- ανκίλια
- (ancilia). Δώδεκα ιερές ασπίδες στην αρχαία Ρώμη, τις οποίες φύλασσαν οι Σάλιοι ιερείς. Κατά την παράδοση, μία από αυτές έπεσε από τον ουρανό στο ανάκτορο του Νουμά Πομπίλιου. Τότε αυτός, για να μην αναγνωρίζεται η ασπίδα αυτή που ήταν θαυματουργή, έδωσε εντολή να κατασκευαστούν άλλες 11 όμοιες. Πιστεύεται ότι οι ασπίδες αυτές προσωποποιούσαν τους δώδεκα μήνες του χρόνου.
Dictionary of Greek. 2013.